Το εθιμικό δρώμενο του Καλόγερου, διοργανώνουν ο Δήμος Προσοτσάνης, η Τοπική Κοινότητα Μαυρολεύκης, και ο Πολιτιστικός Σύλλογος Μαυρολεύκης, την Κυριακή 26 Φεβρουαρίου, στις 11 το πρωί. Παράλληλα, μετά την τέλεση του δρώμενου, στις 8 το βράδυ, θα ακολουθήσει γλέντι με ζωντανή μουσική στον προαύλιο χώρο του Πολιτιστικού Συλλόγου Μαυρολεύκης.
Το δρώμενο του Καλόγερου, τελείται την Κυριακή της Τυρινής. Οι ρίζες του ανάγονται σε πανάρχαιες ευετηρικές τελετές, κατά τις οποίες οι άνθρωποι ζητούσαν από τις ανώτερες δυνάμεις να επενεργήσουν στη βλάστηση και να γονιμοποιήσουν τη γη. Στις μέρες μας, το έθιμο υπενθυμίζει και υπογραμμίζει την εξάρτηση του ανθρώπου από τη φύση. Το έθιμο, ήλθε στη Δράμα μαζί με τους πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης.
Ο Καλόγερος, όπως πιστεύεται είναι προσωποποίηση του πνεύματος της καρποφορίας. Είναι ζωόμορφα μεταμφιεσμένος και στη μέση του ζώνεται κουδούνια, από τα οποία το ένα προέχει και έχει φαλλικό χαρακτήρα. Μαζί με άλλα πρόσωπα, μεταμφιεσμένα τα περισσότερα, συγκροτείται λατρευτικός θίασος, που επισκέπτεται με τη σειρά όλα τα σπίτια του χωριού, αδιακρίτως κοινωνικής θέσης και οικονομικής κατάστασης. Σε όλες σχεδόν τις φάσεις του δρωμένου είναι απαραίτητη η παρουσία των τοπικών μουσικών οργάνων, τρίχορδης θρακικής λύρας και μεγάλου νταβουλιού (τύμπανου) ή και γκάιντας.
Σύμφωνα με το γενικό πλαίσιο του τελετουργικού τυπικού, όπως διαμορφώθηκε στη σύγχρονη εποχή και σε άλλα μέρη όπου τελείται το έθιμο, ο Καλόγερος σε κάθε σπίτι χτυπά επιδεικτικά το φαλλόμορφο κουδούνι του, εύχεται καλοχρονιά και σχηματίζει το σημείο του σταυρού στην αυλή με μια σφούγγια (βοηθητικό εργαλείο του σπιτικού φούρνου). Η νοικοκυρά τον ραίνει με πολυσπόρια, με μείγμα από όλα τα γεωργικά προϊόντα που παράγει ο τόπος. Τα καταχύσματα αυτά θυμίζουν μορφές παλαιότατης γεωργικής μαγείας, από τις οποίες πήγασε και η πανσπερμία της αρχαιότητας.
Παράλληλα, με τις επισκέψεις του Καλόγερου, γίνονται και επισκέψεις των άλλων μελών του θιάσου. Γέλια και φωνές, αυτοσχεδιαζόμενα διαλογικά πειράγματα και αστεϊσμοί, χαρακτηρίζουν τη φάση αυτή του δρωμένου.
Μετά τον αγερμό στο χωριό, μαζεύονται όλοι στην πλατεία και εκεί γίνεται ένα είδος διελκυστίνδας μεταξύ νέων και μεσόκοπων του χωριού. Το αγώνισμα λήγει με νίκη των νέων και αυτό θεωρείται ότι προοιωνίζεται την αγαθή τύχη της χρονιάς.
Αρχίζει μετά η κύρια φάση του δρώμενου. Ζεύονται σαν δαμαλάκια νέοι του χωριού και αρχίζουν όργωμα. Στην κύρια φάση του οργώματος, το άροτρο κατευθύνει ο Καλόγερος. Εγκαταλείποντας πια τα αστεία, εκτελεί με σοβαρότητα το ιερό όργωμα. Ακολουθεί σπορά. Κάθε φορά που θα ρίξουν στη γη σπόρο, ο ζευγολάτης λέει και μια ευχή, που το συγκεντρωμένο πλήθος την επαναλαμβάνει με βοή. Τυποποιημένες οι ευχές, αναμειγνύονται πολλές φορές και με άσεμνους λόγους, χωρίς όμως αυτό να διαταράσσει την ιερότητα της στιγμής. Είναι στιγμές πανάρχαιας ιεροπραξίας. Αροτρίαση και σπορά, αντιπροσωπεύουν βασικά έργα βιοπορισμού και τα έργα του κύκλου αυτού, καθώς και τα εργαλεία του, καλύφθηκαν προαιώνια με τον πέπλο του θρύλου και της ιερότητας.
Μετά την αροτρίαση και τη σπορά ακολουθεί ο «θάνατος» του πρωταγωνιστή: προσφέρουν τρεις μπουκιές φαγητό στον Καλόγερο και μετά τον ρίχνουν κάτω, δήθεν πως τον σκοτώνουν. Εκείνος προσποιείται τον νεκρό. Οι νέοι τον σέρνουν και με το σώμα του σβαρνίζει το μέρος, όπου πριν από λίγο όργωσαν και έσπειραν. Το πνεύμα της βλάστησης και της ευφορίας που αντιπροσωπεύει ο Καλόγερος, πρέπει να μείνει στη μάνα γη.
Στη συνέχεια, ρίχνουν τον Καλόγερο μέσα σε νερό και αυτός επανέρχεται στη ζωή. Το θάνατο διαδέχεται η ζωή. Η καρποφορία θα έρθει και πάλι με την άνοιξη. Η καλοχρονιά, είναι σίγουρη. Το έθιμο, τελειώνει με κυκλικό χορό πάνω στην οργανωμένη και σπαρμένη γη. Ο κύκλος που δημιουργείται με το χορό είναι μια επιπλέον εξασφάλιση για όλους.
Σε τοπικές παραλλαγές γίνεται λόγος για «Καλογέρους», όπως στο Καλαμπάκι την «Καλογεροδευτέρα», από τους εκεί Θρακιώτες, που κατάγονται από το Κρυόνερο της Βιζύης, από την περιοχή δηλαδή από την οποία έχουμε την πρώτη διεξοδική περιγραφή του εθίμου το 1888 από τον Γεώργιο βιζυηνό, με τον εντυπωσιακό τίτλο: «Οι Καλόγεροι και η λατρεία του Διονύσου εν Θράκη».
Το δρώμενο του Καλόγερου και γενικότερα τα δρώμενα του κύκλου της Αποκριάς καθώς και του Δωδεκάμερου, έχουν την καταγωγή τους σε πανάρχαιες ευετηρικές τελετές, σε τελετές δηλαδή που είχαν ως σκοπό την καλοχρονιά. Είναι ενέργειες που ζητούσαν με τρόπους ομοιοπαθητικής μαγείας να επενεργήσουν στη βλάστηση των αγρών και να ενισχύσουν τη δύναμη που γονιμοποιεί τη γη, προτού ακόμα η δύναμη αυτή εξατομικευτεί και γίνει Διόνυσος ή κάποιος άλλος θεός της βλάστησης. Σε όλα αυτά τα δρώμενα βρίσκεται η πανάρχαια πίστη στον ενιαυτό δαίμονα, στη βλάστηση που κάθε χρόνο πεθαίνει αλλά και κάθε χρόνο αναγεννάτε. Το ότι σήμερα προβάλλει έντονα το εύθυμο στοιχείο και η παρωδία χρωματίζει και τροποποιεί τα περισσότερα απ’ αυτά, δεν πρέπει να ξενίζει. Γιατί ακριβώς τα στοιχεία τούτα κράτησαν μέσα στους αιώνες αγαπητές και ακέραιες τις λαϊκές γιορτές της καλοχρονιάς.
Το δρώμενο του Καλόγερου, εκτός από την ευετηρική του σημασία, παρουσιάζει ενδιαφέρον και από θεατρολογική πλευρά, περικλείει δηλαδή εμβρυακή μεν αλλά γνήσια θεατρικότητα. Πρώτα- πρώτα η σύνθεση του θιάσου δεν είναι τυχαία. Έπειτα η δράση παρουσιάζει εξέλιξη από επεισόδιο και σχετική αλληλουχία, που ήταν περισσότερο φανερή στους Καλόγερους της Βιζύης. Εκεί το θάνατο του πρωταγωνιστή ακολουθούσε θρήνος, μίμημα προαιώνιο που άνοιξε το δρόμο στη συνειδητή δραματοποίηση του τραγικού στοιχείου. Το τραγικό στοιχείο εξάλλου είναι ολοφάνερο στο φόνο του πρωταγωνιστή, ενώ οι ομαδικές επικλήσεις – επωδές και άλλες εκδηλώσεις των τελεστών για την εξασφάλιση της καλοχρονιάς συγκροτούν μια κάποια μορφή χορικής ποιήσεως.
Αν, τέλος, λάβουμε υπόψη ότι η Θράκη θεωρείται η αρχική κοιτίδα της διονυσιακής λατρείας στο ελληνικό χώρο, μπορούμε να εννοήσουμε από τις παραστάσεις όπως είναι ο Καλόγερος, ποια θα ήταν η αρχική φάση της λατρείας αυτής, από την οποία, όπως είναι γνωστό, γεννήθηκε το αρχαίο δράμα. Χαρακτηριστικά ο Ν.Γ. Πολίτης τονίζει ότι οι Καλόγεροι της Θράκης μας διδάσκουν «τις ο σκοπός και η έννοια διονυσιακών τινων εορτών προ της εισαγωγής και της τελειώσεως των δραματικών αγώνων εν Αθήναις», ο δε M. Nilsson, ο επιφανής Σουηδός θρησκειολόγος, πιστεύει ότι το αγροτικό δρώμενο χωριών της Βιζύης μας δίδει εικόνα των αρχαίων διονυσιακών τελετών περισσότερο σαφή από τα γραπτά και από τα μνημειακά ντοκουμέντα που μας διασώθηκαν.