ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ κ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΤΣΙΦΑΡΑ, ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΉΣ ΟΜΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΕΤΠ, ΣΕ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΙΣΗΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ, κ. ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΥ
Αξιότιμε κύριε Επίτροπε,
Απευθύνομαι σε εσάς ως Αντιπρόεδρος της Ομάδας του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, καθώς και ως εκπρόσωπος της τοπικής αυτοδιοίκησης μιας χώρας που γνωρίζετε τόσο καλά όσο και εγώ, με χιλιάδες χιλιόμετρα ακτογραμμής, με πολυετή έκθεση σε πολύ σημαντικά μεταναστευτικά φαινόμενα, και με τη γνώση ότι αυτό που ζούμε δεν είναι μια μεταβατική κατάσταση.
Είναι περιττό να προσποιούμαστε ότι έχουμε να κάνουμε με μια έκτακτη ανάγκη που συμβαίνει μια μόνο φορά. Αντιμετωπίζουμε ένα μακροχρόνιο φαινόμενο επίδοξων μεταναστών, που έχει προκληθεί τόσο τις βίαιες συγκρούσεις στη γειτονιά μας, όσο και από τις κραυγαλέες ανισότητες που μας περιβάλλουν.
Όπως γνωρίζετε καλά, στη χώρα μας, η διαχείριση του μεταναστευτικού είναι στο επίκεντρο του πολιτικού γίγνεσθαι, σε τόνους συχνά βίαιους και διαβρωτικούς για τον κοινωνικό ιστό. Όσοι ενεργούν με υπευθυνότητα και με γνώμονα την αλληλεγγύη έχουν συχνά τιμωρηθεί, και αυτό το βλέπουμε σε κάθε γωνιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι πολιτικές μετανάστευσης αποτέλεσαν το επίκεντρο όλων των εθνικών εκστρατειών εντός της ΕΕ και συνέβαλαν στην αρνητική έκβαση του βρετανικού δημοψηφίσματος, τόσο για τους Βρετανούς όσο και για όλους τους Ευρωπαίους.
Είναι η ίδια η διαλεκτική του λαϊκισμού, τον ευρωσκεπτικισμού και των εθνικών εγωισμών που έχει πυροδοτήσει τους φόβους των πολιτών σχετικά με την απουσία μιας πραγματικής ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής.
Για χρόνια τώρα, δεν εισακούονται οι εκκλήσεις να αλλάξουν ριζικά οι ευρωπαϊκές πολιτικές σε δύο βασικούς τομείς: στον τομέα της μετανάστευσης και στις οικονομικές πολιτικές για την ανάπτυξη (όχι πια ανυπόφορες πολιτικές λιτότητες και μπλοκάρισμα δημοσίων επενδύσεων από την ακαμψία του Συμφώνου Σταθερότητας).
Μπροστά στις μεγάλες μεταναστευτικές ροές, που καταλήγουν για χρόνια σε ορισμένα κράτη μέλη, τα οποία είναι λόγω γεωγραφίας πιο εκτεθειμένα σε μεταναστευτικά φαινόμενα – ιδίως από τη θάλασσα, είναι σαφές ότι θα πρέπει να δοθεί μια ολοκληρωμένη απάντηση στο μεταναστευτικό, που να βασίζεται στο γεγονός ότι πρόκειται για ένα πρόβλημα που αφορά όλη την Ευρώπη και όχι μόνον ένα μέρος των μεσογειακών χωρών.
Εάν δεν θέλουμε να αφήσουμε το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα χέρια όσων θέλουν να την αποδομήσουν, χρειαζόμαστε επειγόντως μια ευρωπαϊκή πολιτική για τη διαχείριση του φαινομένου της μετανάστευσης.
Πρέπει να υιοθετήσουμε μια κοινή μεταναστευτική πολιτική, που να βασίζεται σε μια ολιστική και δομημένη προσέγγιση, με σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της αλληλεγγύης που επηρεάζει τις εξωτερικές και εσωτερικές πτυχές, με διαδικασίες ασύλου που να εγγυώνται τη νομική υποχρέωση παροχής φροντίδας σε όσους δικαιούνται άσυλο, και με κοινούς κανόνες για τους αιτούντες άσυλο.
Χρειαζόμαστε επίσης την ενίσχυση της νομικής συνδρομής στους ανηλίκους (των οποίων ο αριθμός αυξάνεται) και σε άλλες ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες, όπως οι γυναίκες.
Είναι απαραίτητη τόσον η εφαρμογή της αρχής της μετεγκατάστασης όσο και ο μετριασμός εφαρμογής του κανονισμού του Δουβλίνου, σύμφωνα με τον οποίο η πρώτη χώρα εισόδου πρέπει να είναι αυτή που θα επεξεργαστεί την αίτηση ασύλου.
Έχουμε απόλυτη ανάγκη από μια πολιτική νόμιμης μετανάστευσης, βασισμένη σε κανόνες και εντός βιώσιμων ορίων, καθώς και από περαιτέρω πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την ασφάλιση της ενσωμάτωσης των μεταναστών.
Εν ολίγοις, χρειαζόμαστε ένα σαφέστερο, απλούστερο και ταχύτερο σύστημα, το οποίο να είναι ταυτόχρονα δίκαιο για όλους και να μην υποβαθμίζει τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των μεταναστών.
Υπήρξατε δήμαρχος μιας μεγάλης πόλης, της Αθήνας, και γνωρίζετε πολύ καλά την ιδιαίτερη σημασία των πολιτικών ένταξης. Οι περιφέρειες και οι πόλεις είναι αυτές που αναλαμβάνουν – μετά τη φάση έκτακτης ανάγκης – συγκεκριμένες υποχρεώσεις όπως για παράδειγμα τη διασφάλιση πρόσβασης στην αγορά εργασίας, στη στέγαση, στην εκπαίδευση και στην υγειονομική περίθαλψη.
Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό οι τοπικές και περιφερειακές αρχές να συμμετέχουν πλήρως στην εφαρμογή μιας κοινής μεταναστευτικής πολιτικής. Αυτό θα απαιτήσει όχι μόνο την υποστήριξη (με όρους χρηματοδότησης αλλά και τεχνογνωσίας) από την Ευρώπη, αλλά και την σε βάθος ανταλλαγή πρακτικών και την αλληλεγγύη μεταξύ των τοπικών και περιφερειακών αρχών σε όλη την Ένωσή μας, καθώς και με τις χώρες προέλευσης και διέλευσης των μεταναστών.
Είναι ενθαρρυντικά τα θετικά παραδείγματα που ακούσαμε σήμερα και που περιλαμβάνουν διάφορες πρωτοβουλίες ένταξης. Θα ήθελα λοιπόν να παροτρύνω τόσο την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και την Επιτροπή των Περιφερειών να ενισχύσουν τις ανταλλαγές βέλτιστων πρακτικών και την αμοιβαία μάθηση σε θέματα ένταξης των μεταναστών και δημιουργίας κοινών ευκαιριών.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας!