Το σπήλαιο Ζωνιανών Μυλοποτάμου Ρεθύμνης, “του Σφεντόνη η τρύπα” όπως είναι πιο γνωστό, βρίσκεται στον ορεινό όγκο του Ψηλορείτη, στις νότιες πλαγιές του λόφου “Χαλέπα”, στη θέση “Σκαφίδια”, κοντά στην ομώνυμη πηγή με το γάργαρο νερό, ένα χιλιόμετρο βορειοανατολικά του χωριού Ζωνιανά.
Πρόκειται για ένα αρκετά μεγάλο σπήλαιο με διεύθυνση Βορρά-Νότο, μέγιστο μήκος σε ευθεία 145 μέτρα και έκταση 3.000 τετραγωνικά μέτρα περίπου, με πολλούς θαλάμους (Των Αρμονιών, Το Άδυτο της Νεράιδας, το Παρεκκλήσι, το Ανάκτορο, ο Παρθενώνας, το Πανόραμα, η Μητρόπολη, του Χαμένου Παιδιού, τα Απολιθωμένα Κύματα) που διαδέχονται ο ένας τον άλλο. Έχει πλούσιο σταλακτικό και σταλαγμιτικό διάκοσμο και προς το τέλος του υπάρχουν αρκετά απολιθωμένα κύματα (λιθωματικές λεκάνες).
Σήμερα το σπήλαιο είναι επισκέψιμο στο μεγαλύτερο μέρος του για το ευρύ κοινό, αν και τα έργα διαμόρφωσης και διευθέτησης δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμα και αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τη δημιουργία του Σπηλαιολογικού Πάρκου Ψηλορείτη και την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού στον ορεινό όγκο του Ψηλορείτη.
Ο χώρος υποδοχής των επισκεπτών είναι πολύ εντυπωσιακός και φιλόξενος. Ένα ευρύχωρο parking υποδέχεται τον επισκέπτη, αλλά αυτό που σίγουρα τον ξαφνιάζει είναι η θέα γύρω του. Ορθοπλαγιές ύψους μέχρι και 50 μέτρα ορθώνονται στα βορειοδυτικά ενώ μοναχικοί ογκόλιθοι δεσπόζουν στο χώρο. Μέσα στις σχισμές και στις χαραμάδες των βράχων θύμοι, αστιβίδες, ρίγανες και άλλα φυτά συνθέτουν ένα χαρακτηριστικά Κρητικό τοπίο. Από εκεί ένα πλακόστρωτο μονοπάτι οδηγεί στο χώρο αναψυχής και στο σπήλαιο.
Στο εσωτερικό του σπηλαίου μπορεί να θαυμάσει κανείς το πλήθος των σταλακτιτιτών και σταλαγμιτικών συμπλεγμάτων, που παρόλες τις καταστροφές που υπέστησαν στο παρελθόν είτε ηθελημένα είτε από άγνοια, εξακολουθούν να παραμένουν εντυπωσιακά. Να αφουγκραστεί το χαρακτηριστικό ήχο των σταγόνων του νερού που δημιουργούν τη δικιά τους αισθητική και γλυπτική στο σκοτάδι και αποτέλεσμά τους είναι όλο το εσωτερικό του σπηλαίου καθώς και η διάνοιξη του στα σπλάχνα του Ψηλορείτη. Να σταθεί για λίγο ακίνητος και κρατώντας την ανάσα του να βρεθεί αντιμέτωπος με τον εαυτό του και τη μικρότητα της ύπαρξης του μπρος την αιωνιότητα του διπλανού σταλακτίτη και να νοιώσει αυτό που λένε οι Γάλλοι:
“Το σπήλαιο είναι το βασίλειο της σιωπής και της μοναξιάς
όπου ο άνθρωπος δε φοβάται να είναι μόνος,
αντιμέτωπος με τον εαυτό του”.
Κι αν είναι τυχερός, ή αλαφροΐσκιωτος, ή Σαββατογεννημένος, μπορεί να δει και την “πληγωμένη” νεράιδα που σύμφωνα με το θρύλο κρύβεται μέσα στο σπήλαιο εδώ και πολλά χρόνια. Και που κάποτε έβγαινε κάθε μέρα την ίδια ώρα από το σπήλαιο και πήγαινε στην πηγή που υπάρχει λίγο πιο κάτω για να λουστεί. Ένας βοσκός την είχε δει πολλές φορές και κάθε φορά προσπαθούσε να την πλησιάσει, αλλά μάταια. Του ξέφευγε και εξαφανιζόταν μέσα στο σπήλαιο. Ο πόθος, το πάθος κι ο έρωτας τον έκαναν μια μέρα να την παραμονέψει. Και μόλις την είδε τη χτύπησε με μια πέτρα με την πάνινη σφεντόνα του. Κι από εδώ και μετά οι γνώμες διχάζονται. Σύμφωνα με τη μια εκδοχή η νεράιδα χάθηκε μέσα στο σπήλαιο αφήνοντας στην είσοδο ένα ματωμένο μαντήλι και δεν ξαναφάνηκε πια. Ενώ σύμφωνα με την άλλη εκδοχή του μύθου, ο ερωτευμένος βοσκός πλησίασε την πληγωμένη νεράιδα και έσκυψε να τη φιλήσει. Αυτή τον απώθησε και του έταξε πως αν δεν την πειράξει θα του ‘δινε ένα καλάμι με μετάξι που θα το έγνεθε όλη η οικογένεια του και οι απόγονοί του χωρίς να τελειώνει ποτέ. Ο έρωτας όμως του βοσκού για τη νεράιδα ήταν μεγάλος και δεν άντεξε να μη τη φιλήσει. Κλαίγοντας η νεράιδα τον καταράστηκε να τρέμουν τα χέρια του ίδιου και όλης της οικογένειας του.
Το σπήλαιο είναι από παλιά γνωστό στους κατοίκους της περιοχής. Αποτέλεσε δε σε δύσκολους καιρούς καταφύγιο και τόπο σωτηρίας για κατατρεγμένους και επαναστάτες (χαΐνηδες στην Κρητική διάλεκτο). Και όπως φημολογείται, σε έναν από αυτούς οφείλει και το όνομά του. Στο Σφακιανό χαΐνη Σφεντόνη, ο οποίος σύμφωνα με την παράδοση είχε βρει καταφύγιο στο σπήλαιο. Μια μέρα που έψηνε κρέας τον είδε ένας νεαρός. Τον πλησίασε και του ζήτησε λίγο για να φάει. Κι ο Σφεντόνης από θυμό ή από φόβο μην τον προδώσει, τον κλώτσησε τόσο δυνατά με το στιβάνι (μπότα) του που τον σκότωσε. Το όνομα του σπηλαίου μάλλον προέρχεται από αυτόν.
Άραγε ο καλυμμένος από σταλαγμιτικό υλικό νεανικός σκελετός που βρέθηκε αρθρωμένος πριν από μερικές δεκαετίες από τους ντόπιους βαθιά μέσα στο σπήλαιο, έξω από τον τελευταίο θάλαμο, στο “Θάλαμο του Χαμένου Παιδιού” όπως ονομάστηκε μετά, και μια κάτω γνάθος να είναι τα οστά του νεαρού που σκότωσε ο Σφεντόνης ή να ανήκουν σε κάποιο παιδί που η περιέργεια και η γοητεία του αγνώστου το οδήγησε μέσα στο σπήλαιο και αφού περιπλανήθηκε αρκετές ώρες στους πολυδαίδαλους διαδρόμους έχασε την είσοδο χωρίς να καταφέρει να τη βρει ποτέ και πέθανε εκεί; Κανείς δε μπορεί να πει με βεβαιότητα και να εξιχνιάσει αυτό το θάνατο.
Όπως όμως απέδειξε η αρχαιολογική σκαπάνη το σπήλαιο κατοικήθηκε από πολύ παλιότερα. Οι ανασκαφές που έγιναν στο σπήλαιο τον Ιανουάριο του 1987 από τον Ε. Γαβριλάκη για λογαριασμό της τοπικής Αρχαιολογικής Εφορίας, αποκάλυψαν ανθρώπινη εγκατάσταση κατά την Πρώιμη Μινωική Περίοδο(3500 – 2300/2150 π.Χ.), αλλά και υλικό από την Ύστερη Ρωμαϊκή Περίοδο. Βρέθηκε μια μικρή συνάθροιση 95 οστών ζώων, κατοικίδιων (αρνιά, κατσίκια, χοίροι) και άγριων (ελάφια) θηλαστικών.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτοί οι κάτοικοι του σπηλαίου. Τριών ειδών νυχτερίδες της οικογένειας των ρινολοφοειδών (με χαρακτηριστικό γνώρισμα την ιδιόρρυθμη μύτη τους) φωλιάζουν στο σπήλαιο καθώς και πολλά ποντίκια, κυρίως αρουραίοι. Οι πιο εντυπωσιακοί κάτοικοί του όμως είναι σίγουρα τα ασπόνδυλα σπηλαιόβια ζώα. Αυτά που είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς εύκολα αν δεν είναι ειδικός. Αυτά που η γνώση και η πείρα του κ. Καλούστ Παραγκαμιάν ανακάλυψαν και η ευαισθησία του και ο φωτογραφικός του φακός αποτύπωσαν στο φιλμ, δίνοντας μας έτσι τη δυνατότητα να τα δούμε κι εμείς. Όλα είναι μικροσκοπικά, λεπτοκαμωμένα, άχρωμα και τυφλά. Κανένα από αυτά δε μπορεί να ζήσει στο εξωτερικό περιβάλλον γιατί δεν αντέχουν τις κλιματολογικές συνθήκες. Αντιλαμβάνονται τον περιβάλλον τους με τα εξαιρετικά ευαίσθητα απτικά και χημικά τους αισθητήρια και αντέχουν σε μεγάλες περιόδους ασιτίας. Έχουν περιορισμένη γεωγραφική εξάπλωση, πολύ μικρούς πληθυσμούς και αποτελούν την τρογλώβια βιοκοινωνία του σπηλαίου. Τα πιο σημαντικά από αυτά είναι τα ισόποδα, οι φευδοσκορπιοί, τα διπλόποδα, τα δίπλουρα και τα σαλιγκάρια.
Τελειώνοντας την αναφορά μας στο σπήλαιο Ζωνιανών, πρέπει να πούμε ότι αποτελεί ένα χώρο που σίγουρα αξίζει να τον επισκεφτεί κανείς. Φεύγοντας ο επισκέπτης από εκεί θα είναι πιο πλούσιος σε εμπειρίες, γνώσεις και συναισθήματα.
Ελπίζουμε δε ότι τα προβλήματα που έχουν ανακύψει στο νεοσύστατο “Καποδιστριακό” Δήμο Ανωγείων, στον οποίο υπάγεται πλέον η πρώην κοινότητα Ζωνιανών, να μην αποτελέσουν τροχοπέδη και ανατρεπτικό παράγοντα στην ολοκλήρωση της προσπάθειας διευθέτησης του εσωτερικού και του περιβάλλοντα χώρου του σπηλαίου. Ετσι που να μη στερήσουμε από το ευρύ κοινό τη δυνατότητα πρόσβασης στις υπόγειες ομορφιές του νησιού μας και να καταφέρουν να νοιώσουν όλοι την αισθαντικότητα της μαντινάδας που με πολύ ευγένεια μου έγραψε ως αφιέρωση ο Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Ζωνιανών, κ. Πλουμής Κων/νος, στο σχετικό βιβλίο που μου χάρισε:
“Όποιος του κόσμου τσ’ ομορφιές θέλει να καμαρώνει
στα Ζωνιανά να ‘ρθει να δει την τρύπα του Σφεντόνη”.