Μετά τη λήξη του άρθρου 9 του 3869/2010 (νόμος Κατσέλη) ως προς τη δυνατότητα διάσωσης της κύριας κατοικίας (η προθεσμία ήταν μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2019), ο νόμος Κατσέλη συνεχίζει να υφίσταται ως διαδικασία αναδιάρθρωσης και διαγραφής οφειλών, μόνο που όσοι υποβάλλουν αίτηση για υπαγωγή από την 1η Μαρτίου 2019 και μετά, ναι μεν μπορούν να διαγράψουν μέρος ή και σημαντικό μέρος των χρεών τους, δεν δικαιούνται όμως να διασώσουν τη κύρια κατοικία τους.
Υπαγωγή στο νόμο Κατσέλη, για όσους υποβάλλουν αίτηση μετά την 28η Φεβρουαρίου 2019, σημαίνει ρευστοποίηση της κύριας κατοικίας τους. Όσοι έχουν ήδη καταθέσει αίτηση υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2019 μπορούν να διασώσουν τη κύρια κατοικία τους με το νομικό πλαίσιο και τις προϋποθέσεις και ίσχυαν μέχρι εκείνη την ημερομηνία.
Το νέο νομικό πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας (ν. 4605/2019) δίνει τη δυνατότητα διάσωσης της κύριας κατοικίας του δανειολήπτη, μέσω υποβολής αιτήσεως σε ηλεκτρονική πλατφόρμα και όχι με δικαστική απόφαση όπως στο νόμο Κατσέλη.
Τα κριτήρια ένταξης είναι πολύ πιο αυστηρά και οι προϋποθέσεις πολλές. Πρόκειται για ένα νόμο με προσωρινή ισχύ και η τελευταία ημέρα υποβολής της αιτήσεως είναι η 31η Δεκεμβρίου 2019.
Μια βασική διαφορά ανάμεσα στο νόμο Κατσέλη (ν. 3869/2010) και το νέο πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας (ν. 4605/2019) είναι ότι δικαίωμα υπαγωγής έχουν όλοι, ανεξαρτήτως ιδιότητας (δηλαδή πτωχευτικής ικανότητας ή μη) και ρυθμίζονται για πρώτη φορά επαγγελματικά δάνεια αρκεί τα δάνεια αυτά να έχουν εξασφάλιση (υποθήκη ή προσημείωση) στη κύρια κατοικία του δανειολήπτη.
Ενώ δηλαδή στο νόμο Κατσέλη (ν. 3869/2010) δεν μπορούσαν να υπαχθούν έμποροι ή πρώην έμποροι που είχαν κάνει παύση πληρωμών, στο νέο πλαίσιο μπορούν να υπαχθούν και αυτοί.
Μια άλλη βασική διαφορά είναι ότι στο νέο πλαίσιο (ν. 4605/2019) υπάρχει όριο ως προς το ύψος των οφειλών που εντάσσονται στη ρύθμιση, για τις επιχειρηματικές οφειλές το ποσό αυτό είναι οι 100.000 ευρώ ανά πιστωτή ενώ για τις προσωπικές (στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια) οι 130.000 ευρώ ανά πιστωτή.
Επιπλέον, προβλέπεται κούρεμα των οφειλών που εντάσσονται στη ρύθμιση, το οποίο εξαρτάται από την εμπορική αξία της κύριας κατοικίας του δανειολήπτη καθώς και επιδότηση από το Ελληνικό Δημόσιο μέρους της μηνιαίας δόσης προς τη Τράπεζα κατά ποσοστό που μπορεί να φτάνει μέχρι και το ½ της δόσης αυτής, ανάλογα με το εισόδημα της οικογένειας του δανειολήπτη.
Η διαδικασία γίνεται μέσω υποβολής αιτήσεως σε ηλεκτρονική πλατφόρμα και δεν έχει καθολικό χαρακτήρα, δηλαδή δεν εντάσσονται όλες οι υποχρεώσεις του νοικοκυριού αλλά αποκλειστικά δάνεια που έχουν εξασφάλιση στη κύρια κατοικία ενώ τα δάνεια αυτά, όπως προαναφέρθηκε, δεν πρέπει να ξεπερνούν ένα όριο – υπόλοιπο οφειλής (στεγαστικά – καταναλωτικά δάνεια τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή και επιχειρηματικά δάνεια τις 100.000 ευρώ ανά πιστωτή).
Την ίδια στιγμή πρέπει να υπάρχουν αθροιστικά μια σειρά από άλλες προϋποθέσεις όπως η αξία του συνόλου της περιουσίας της οικογένειας πέραν της κύριας κατοικίας, οι καταθέσεις, η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κλπ.
Ποιοι μπορούν να μπουν στο νέο νόμο;
Δικαίωμα υπαγωγής έχουν όλοι, ανεξαρτήτως πτωχευτικής ή μη ικανότητας. Εντάσσονται δηλαδή έμποροι, πρώην έμποροι, δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, συνταξιούχοι, άνεργοι και ελεύθεροι επαγγελματίες. Δεν εντάσσονται εταιρείες, μόνο φυσικά πρόσωπα.
Αίτηση μπορούν να υποβάλλουν και όσοι έχουν ασκήσει αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 (νόμος Κατσέλη) και αυτή είναι εκκρεμής σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό, χωρίς να έχει συζητηθεί.
Αν οι δανειολήπτες ρυθμίσουν τελικά συναινετικά οποιαδήποτε από τις οφειλές, που είναι επιδεκτικές ρύθμισης κατά τον παρόντα νόμο, τότε η δίκη του ν. 3869/2010 καταργείται.
Σημαντικό, επίσης, είναι να αναφέρουμε ότι δικαίωμα υπαγωγής και ρύθμισης οφειλών άλλων ενοχικά υπόχρεων φυσικών προσώπων, έχουν όσοι είναι τρίτοι κύριοι ακινήτων και έχουν παραχωρήσει υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στη δική τους κύρια κατοικία για οφειλές των προσώπων αυτών από οποιαδήποτε αιτία προς πιστωτικά ιδρύματα ή από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον οι οφειλές αυτές βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018.
Ποιες οφειλές εντάσσονται;
Εντάσσονται οφειλές από οποιαδήποτε αιτία (στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια) προς πιστωτικά ιδρύματα (περιλαμβάνονται οι εταιρείες διαχείρισης κόκκινων δανείων και τα πιστωτικά ιδρύματα που τελούν υπό ειδική εκκαθάριση), καθώς και οφειλές από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον α) για τις οφειλές αυτές έχει εγγραφεί, πριν την υποβολή της αιτήσεως, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία, και β) οι οφειλές αυτές είναι σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2019.
Η ρύθμιση δεν είναι καθολική, δηλαδή δεν ρυθμίζονται οι υπόλοιπες υποχρεώσεις του νοικοκυριού όπως χρέη προς το Δημόσιο, τα Ασφαλιστικά Ταμία και τα δάνεια χωρίς εξασφάλιση στη κύρια κατοικία. Αν υπάρχουν τέτοιες οφειλές, οι δανειολήπτες θα πρέπει να τις ρυθμίσουν ξεχωριστά με τις ρυθμίσεις που ισχύουν για το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία ενώ για τις οφειλές προς Τράπεζες που δεν ρυθμίζονται με τον παρόντα νόμο, θα πρέπει να τις ρυθμίσουν εξωδικαστικά ( 1.Κώδικας Δεοντολογίας των Τραπεζών, 2. διαμεσολάβηση, 3. ελεύθερη διαπραγμάτευση)
Τέλος, δεν ρυθμίζονται οφειλές, για τις οποίες υφίσταται εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις υπαγωγής;
Το δάνειο πρέπει να είναι σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών κατά την 31-12-2018
Το δάνειο πρέπει να έχει εξασφάλιση στη κύρια κατοικία του δανειολήπτη (υποθήκη ή προσημείωση) που βρίσκεται στην Ελλάδα.
Σημείωση: Ως «κύρια κατοικία» νοείται αυτή που προκύπτει από την τελευταία υποβληθείσα φορολογική δήλωση του αιτούντος.
Το υπόλοιπο της οφειλής να μην υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή ή τις 100.000 ευρώ ανά πιστωτή αν στις οφειλές που αιτείται η ρύθμιση τους περιλαμβάνονται και επιχειρηματικά δάνεια. Στα ως άνω ποσά συμπεριλαμβάνονται κεφάλαιο, λογιστικοποιημένοι τόκοι και έξοδα εκτέλεσης.
Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας να μην υπερβαίνει τις 250.000 ευρώ και τις 175.000 ευρώ αν στις οφειλές που αιτείται η ρύθμιση τους περιλαμβάνονται και επιχειρηματικά δάνεια.
Το οικογενειακό εισόδημα να μην υπερβαίνει τις 12.500 ευρώ με προσαύξηση κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι 3 μέλη.
Σημείωση:
Ως «οικογενειακό εισόδημα» νοείται το άθροισμα των εισοδημάτων του αιτούντος, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, μειωμένο κατά τους αναλογούντες φόρους, την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013 και το τέλος επιτηδεύματος του άρθρου 31του ν. 3986/2011 (Α` 152). Στο «οικογενειακό εισόδημα» συμπεριλαμβάνονται και τα αφορολόγητα, καθώς και τα αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά.
Αν το σύνολο των οφειλών που αιτείται η ρύθμισή τους υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ τότε η ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου και των εξαρτώμενων μελών να μην ξεπερνά τα 80.000 ευρώ (μαζί με τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου).
Οι καταθέσεις, πολύτιμα μέταλλα, νομίσματα κλπ να μην υπερβαίνουν τα 15.000 ευρώ.
Να μην έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του νόμου Κατσέλη που απορρίπτει λόγω δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναμία πληρωμής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας του αιτούντος ή που δέχθηκε την αίτηση, ακόμα κι αν ο οφειλέτης εξέπεσε από την ρύθμιση του 3869/2010.
Αν εκδόθηκε τέτοια απόφαση (δόλος ή ύπαρξη επαρκούς περιουσίας), ο δανειολήπτης μπορεί να ασκήσει την αίτηση για υπαγωγή στο νέο νόμο (ν. ….) μόνο αν πριν την άσκηση της αίτησής του η απόφαση εξαφανίστηκε ή αναιρέθηκε ύστερα από παραδοχή ένδικου μέσου.
Αν όμως η αίτηση του νόμου Κατσέλη απορριφθεί για άλλο λόγο, όπως αοριστία ή λόγω πτωχευτικής ικανότητας, τότε ο δανειολήπτης έχει δικαίωμα να υποβάλλει την αίτηση για υπαγωγή στο νέο νόμο.
Τι θα πετύχω μέσω της ένταξής μου στο νόμο
Μέσω της ρύθμισης προστατεύεται η κύρια κατοικία και κουρεύεται η οφειλή ανάλογα με την εμπορική αξία της κατοικίας ενώ επιδοτείται από το Ελληνικό Δημόσιο μέρος της μηνιαίας δόσης.
Ειδικότερα, για την προστασία της κύριας κατοικίας, ο δανειολήπτης θα καταβάλλει το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της εμπορικής της αξίας σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό (2%).
Το ποσό πάνω από την αξία αυτή διαγράφεται. Εννοείται ότι αν η οφειλή είναι χαμηλότερη από το 120% της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας ο δανειολήπτης θα πληρώσει ολόκληρη την οφειλή του και όχι κάτι παραπάνω από το ανωτέρω προβλεπόμενο επιτόκιο Euribor + 2% .
Το ανωτέρω ποσό της ρύθμισης καταβάλλεται σε χρονικό διάστημα 25 ετών, το οποίο όμως δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80ο έτος της ηλικίας του δανειολήπτη, εκτός εάν συμβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών, ευθυνόμενος ως αυτοφειλέτης.
Ποια είναι η διαδικασία
Η διαδικασία, διεξάγεται μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία φιλοξενείται και λειτουργεί στις υποδομές της Γ.Γ.Π.Σ. Στην πλατφόρμα παρέχεται πρόσβαση μέσω της ιστοσελίδας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
Πριν την οριστική υποβολή της αίτησης, η πλατφόρμα, με ειδική ένδειξη, ενημερώνει τον αιτούντα για την επιλεξιμότητά του ή μη, αν δηλαδή μπορεί να υπαχθεί στη ρύθμιση. Αν, παρά την ένδειξη για μη επιλεξιμότητα, ο αιτών υποβάλει οριστικά την αίτησή του, η πλατφόρμα εμποδίζει την περαιτέρω πρόοδο της διαδικασίας και εκδίδεται βεβαίωση περί απόρριψης της αίτησης.
Στη περίπτωση δε που η αίτηση απορριφθεί δίνεται η δυνατότητα στον δανειολήπτη να προσφύγει στο Δικαστήριο (βλέπε «τι μπορώ να κάνω αν απορριφθεί η αίτησή μου).
Σημειώνεται ότι η εκπροσώπηση του αιτούντα ή κάθε συμμετέχοντος πιστωτή από δικηγόρο είναι προαιρετική.
ΣΤΑΔΙΑ -ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Α. Ο δανειολήπτης μπορεί να υποβάλλει την αίτηση έως την 31η Δεκεμβρίου 2019.
Σημείωση: Απαγορεύεται η υποβολή δεύτερης αίτησης από το ίδιο φυσικό πρόσωπο, ακόμα κι αν με τη δεύτερη αίτηση ζητείται ρύθμιση διαφορετικών οφειλών σε σχέση με την πρώτη ή αν ο αιτών εξέπεσε της ρύθμισης που προέκυψε από την προηγούμενη αίτηση.
Αν υπάρχουν ελλείψεις ή σφάλματα της αίτησης, τα οποία δεν μπορούν να διορθωθούν με εισαγωγή των στοιχείων στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, μπορεί η αίτηση να διαγραφεί και ταυτόχρονα να επανυποβληθεί.
Β. Μόλις υποβληθεί οριστικά η αίτηση, η πλατφόρμα κοινοποιεί την αίτηση και τα συνοδευτικά της έγγραφα στους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ζητείται να ρυθμιστούν.
Γ. Μέσα σε έναν μήνα από την κοινοποίηση της αίτησης κάθε πιστωτής μπορεί να υποβάλλει πρόταση για ρύθμιση της απαίτησής του. Αν ο πιστωτής αρνηθεί την υποβολή πρότασης, ισχυριζόμενος ότι ο αιτών είναι μη επιλέξιμος, προσδιορίζει τον λόγο της μη επιλεξιμότητας και μεταφορτώνει το σχετικό αποδεικτικό έγγραφο, αν αυτό υπάρχει.
Οι πιστωτές, συμπεριλαμβανομένων των πιστωτικών ιδρυμάτων, μπορούν να διατυπώσουν προς τον οφειλέτη μία κοινή πρόταση ή τις επιμέρους προτάσεις τους μέσω εκπροσώπου τους. Ως εκπρόσωπος ορίζεται ο εμπραγμάτως ασφαλισμένος δανειστής, ο οποίος προηγείται στην υποθηκική τάξη, και σε κάθε άλλη περίπτωση ο δανειστής με την υψηλότερη απαίτηση.
Δ. Μέσα σε έναν μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προτάσεων των πιστωτών, ο αιτών δηλώνει ποιες από τις υποβληθείσες προτάσεις αποδέχεται και ποιες απορρίπτει. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, λογίζεται ότι ο αιτών απέρριψε την υποβληθείσα πρόταση ή τις υποβληθείσες προτάσεις. Η αποδοχή της πρότασης από τον αιτούντα επέχει θέση ηλεκτρονικής υπογραφής του αναρτηθέντος σχεδίου σύμβασης.
Με την αποδοχή μίας ή περισσότερων προτάσεων επέρχονται οι συνέπειες της ρύθμισης (δες «συνέπειες ρύθμισης) ως προς τους ρυθμισμένους πιστωτές, ανεξάρτητα από τη μη ρύθμιση των απαιτήσεων των λοιπών πιστωτών.
Σημείωση: Με επιμέλεια οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον η πρόταση ρύθμισης του πιστωτή, που έγινε αποδεκτή από τον αιτούντα, μεταγράφεται στο βιβλίο μεταγραφών ή καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος.